Μια ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση κλήθηκε να αντιμετωπίσει ο Μαυρίκιος Μαυρικίου και η οικογένειά του, το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, αφού όπως αποκάλυψε ο γνωστός καλλιτέχνης, λίγο πριν λάβει το Άγιο Φως, έπαθε κρίση πανικού.
Το συμβάν περιέγραψε ο ίδιος μέσα από ένα Instagram stoty που κοινοποίησε, στο οποίο θέλησε να στείλει το δικό του μήνυμα ενδυνάμωσης, σημειώνοντας: "Χριστός Ανέστη… Φέτος, η Ανάσταση ήρθε με λιγότερο φως και πολύ πιο βαριά καρδιά. Έφτασα μέχρι εκεί, μέχρι την εκκλησία, σχεδόν στην πόρτα και τότε ξεκίνησε. Μία κρίση πανικού, ξαφνική και αμείλικτη, ήρθε και με καθήλωσε. Η ανάσα μου κόπηκε, τα χέρια μου έτρεμαν, με έλουσε κρύος ιδρώτας, τα φώτα θάμπωναν. Ένιωσε το σώμα μου να μη μου ανήκει, ένα βάρος στο στήθος και η καρδιά μου να χτυπά σε λάθος ρυθμό. Ευτυχώς μέσα σε όλο αυτό, είχα δίπλα μου την γυναίκα μου. Ήρεμη, παρούσα, μπήκε στο αμάξι και έκατσε δίπλα μου. Εκείνη ήταν το φως που δεν άναψα φέτος με τη λαμπάδα. Ένιωθα μία ασφάλεια που ήταν εκεί κι ας μη την άφησα να κάνει πολλά…
Προσέθεσε, μάλιστα ότι "Έμεινα έξω, παρκαρισμένος, βλέποντας τους άλλους να κρατούν το Άγιο Φως και εγώ να παλεύω με το δικό μου σκοτάδι. Ήταν άγχος; Ήταν φόβος; Ήταν μάτι; ή μήπως το ψυχικό ξέσπασμα της κούρασης μίας μεγάλης περιόδου; Ότι κι αν ήταν, μου έκλεψε τη στιγμή. Και με άφησε μετέωρο, με ένα "Χριστός Ανέστη” που δεν ειπώθηκε δυνατά. Έχασα την Ανάσταση για πρώτη φορά στη ζωή μου. Ας γίνει η δυσκολία δύναμη. Και του χρόνου… καλύτερα. Με λιγότερο άγχος, χωρίς πανικό, περισσότερη κατανόηση, καλύτερη προετοιμασία, μεγαλύτερη ευλογία και περισσότερο φως"
"Δυστυχώς για ακόμη μια χρονιά διαβάζω για τραυματισμούς παιδιών από κροτίδες σε Ελλάδα και Κύπρο και την απώλεια ζωής ενός 22χρονου στη Λευκωσία και συνειδητοποιώ ότι υπάρχουν πολύ χειρότερα απ' αυτό που πέρασα εγώ. Και κάπου εκεί εμφανίζεται ξανά η Ιλάειρα και μου λέει: Κάνε το σταυρό σου και προσευχή. Όλα θα πάνε καλά. Το έκανα. Έκλεισα για λίγο τα μάτια. Με πήρε ο ύπνος τα ξημερώματα. Μόλις ξύπνησα από το κλάμα της Μελωδίας που ήταν ανήσυχη όλο το βράδυ λες και τα κατάλαβε όλα. Πάω πάνω από την κούνια της, την κοιτάζω, μου απλώνει τα χέρια να την πάρω αγκαλιά και όλα τα σκοτάδια σβήνουν, σαν να μην υπήρξαν ποτέ" έγραψε καταληκτικά ο Μαυρίκιος Μαυρικίου.