
Ο Γιώργος Αρσενάκος παραχώρησε μία εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξη στο Τάσο Μπιμπισίδη για το περιοδικό "DownTown". Ο διευθυντής της Panik Records μίλησε για τους σταθμούς της καριέρας του, για τα πρώτα του βήματα στον χώρο αλλά και στη γέννηση της συνεργασίας με τον Πάρι Κασιδόκωστα.
Δεν ήταν βουνό για ένα παιδί στα 19 να βρεθεί ξαφνικά στον κόσμο της νύχτας;
Σ’ εκείνη τη φάση ήμουν στα μάτια των άλλων ένας χαριτωμένος νεαρός τύπος που όλοι τον αγκάλιαζαν και τον συμπαθούσαν. Υπήρχαν βέβαια δυσκολίες, υπήρχε αγριάδα. Δυσκολίες όμως συναντάς και τη μέρα, και πολλές φορές χειρότερη χυδαιότητα απ’ ό,τι τη νύχτα. Γιατί η νύχτα έχει την αγριάδα που σου λέω, αλλά έχει και μια ευθύτητα, έναν αυθορμητισμό, μια ειλικρίνεια. Τη μέρα πολλές φορές υποκρινόμαστε, έχουμε δεύτερες σκέψεις.
Μετά από λίγα χρόνια, βέβαια, αποφάσισα ότι δεν θέλω να περάσω όλα μου τα χρόνια ζώντας από τις 12 το βράδυ μέχρι τις 7 το πρωί, ότι δεν θέλω να βγάζω γαρίφαλα από το κεφάλι μου. Έτσι ξεκίνησα να εργάζομαι στη Universal Music. Έμεινα εκεί πέντε χρόνια. Έγινα υπεύθυνος ελληνικού ρεπερτορίου – είχαμε καλλιτέχνες που πραγματικά "θέριζαν": τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, την Ελευθερία Αρβανιτάκη, τον Νίκο Βέρτη.
Όλα αυτά μέχρι το 2011, που ξαφνικά ένα πρωί απολύθηκα. Από εκεί που ήμουν "βασιλιάς" στα 30 μου, έμεινα κυριολεκτικά στον αέρα.
Τι πήγε λάθος;
Ήμουν θύμα της αλλαγής διοίκησης και της γενικότερης κρίσης που υπήρχε τότε στην Ελλάδα. Ήταν μεγάλο σοκ. Πήγα ένα πρωί στη δουλειά και απλώς με απέλυσαν, μου πήραν το αυτοκίνητο, μου πήραν το κινητό –ανήκαν όλα στην εταιρεία–, έχασα το μισθό μου. Όλα έτσι ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση. Θυμάμαι μόνο ότι έφυγα από το γραφείο, κατέβηκα στη Λεωφόρο Μεσογείων και έκατσα μόνος μου σε μια στάση λεωφορείου. Δεν ήξερα πού να στραφώ!
Έβλεπα τα αυτοκίνητα να περνάνε και έβαλα τα κλάματα. Ένας ζωντανός νεκρός που κοιτούσε το χάος. Μετά από λίγη ώρα πήρα τη μητέρα μου τηλέφωνο για να έρθει να με μαζέψει. Πήγαμε σπίτι, μου μαγείρεψε, με παρηγόρησε και από την άλλη κιόλας μέρα αποφάσισα να πάρω τα πάνω μου. Και εδώ έρχονται για άλλη μία φορά οι φίλοι στη ζωή μου – άλλη μία φορά που διαπίστωσα πόσο σημαντικοί είναι. Έτυχε μέσα από τις παρέες που έκανα εκείνη την περίοδο να είναι καλή μου φίλη η Εριέττα Κούρκουλου-Λάτση.
Το 2010 γνώρισα και τον αδερφό της, τον Πάρι Κασιδόκωστα, και κάναμε όλοι μαζί παρέα. Εγώ γενικά είμαι πολύ ανοιχτός άνθρωπος, ό,τι έχω το λέω, δεν φοβάμαι να εκτεθώ. Οπότε εκείνη την περίοδο μιλούσα σε όλους για το "δράμα" μου: Που δεν είχα δουλειά, που δεν είχα χρήματα, που δεν είχα να πληρώσω ούτε το κινητό μου. Μου λέει λοιπόν ο Πάρις: "Είσαι δουλευταράς. Έλα να κάνουμε μια εταιρεία μόνοι μας" Τον αποπήρα αμέσως! Του λέω: "Πάρι μου, δεν μας αφήνεις; Όλες οι εταιρείες κλείνουν κι εμείς θα πάμε να ανοίξουμε καινούργια;"
Βέβαια, όντως η αγάπη μας για τη μουσική ήταν αυτό που μας ένωσε από την αρχή με τον Πάρι. Όμως για μένα τότε ήταν απαραίτητο να βρω άμεσα μια δουλειά, δεν είχα περιθώριο να περιμένω. Ευτυχώς, μετά από λίγες μόλις μέρες ξεκίνησα τη συνεργασία μου με τη Heaven Music και ηρέμησα. Ο φίλος μου ο Πάρις όμως επέμενε!
Φοβήθηκες να τολμήσεις;
Δεν ήξερα ότι ήμουν ικανός γι’ αυτό έως τότε. Υπήρχε όμως μια πίστη από έναν άνθρωπο προς εμένα και ένα "θέλω" δικό μου – και τότε κατάλαβα ότι ένα "θέλω" αρκεί. Αρκεί ένας άνθρωπος να πιστέψει σε σένα, να σου φωτίσει το "θέλω" και το "θέλω" να γίνει "μπορεί". Έτσι απλά, τον Απρίλιο του 2011 ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε την εταιρεία μας. Αποφασίσαμε από την αρχή ότι δεν θα έχουμε μεγάλα ονόματα, γιατί τα μεγάλα ονόματα κόστιζαν πολύ.
Ο Πάρις όπως ξέρουμε είναι ένας άνθρωπος με οικονομικό και κοινωνικό εκτόπισμα, οπότε ερχόταν ο καθένας και αξίωνε ό,τι πίστευε πως μπορεί να έχει. Το deal όμως μεταξύ εμού και του Πάρι ήταν ότι σε αυτή την εταιρεία θα ήμασταν ισότιμοι, ανεξάρτητα από το οικονομικό background του καθενός. Δεν ήθελα να καταχρώμαι καταστάσεις. Οτιδήποτε κάναμε το κάναμε ισότιμα, είπαμε ότι όλα θα είναι εξ ημισείας. Έλεγα: "θα πουλήσω το αυτοκίνητό μου, θα πουλήσω τα χωράφια μου, με κάποιον τρόπο θα τα βρω".
Έτσι ξεκινήσαμε με νέα ονόματα. Θέλαμε παιδιά με πάθος και δημιουργικότητα. Το χρειαζόταν και η εποχή. Η Panik λοιπόν ξεκίνησε με βασικούς πυλώνες την dance, την r’n’b και την pop – δηλαδή με τον Μηδενιστή, τους Playmen και την Demy αντίστοιχα
Δέχτηκες αμφισβήτηση στη συνεργασία σου με τον Πάρι;
Και τι δεν άκουσα! Κάποιοι έλεγαν ότι ήταν ένα χόμπι του Κασιδόκωστα, άλλοι έλεγαν ότι είναι μια δουλειά του Αρσενάκου για να φάει λεφτά από τον Πάρι. Ακόμη και οι άνθρωποι της μουσικής, δημιουργοί και καλλιτέχνες, ζητούσαν να κάνουν ραντεβού μόνο με τον Πάρι, χωρίς εμένα.
Ήξεραν ότι είμαι ένας άνθρωπος που γνώριζα καλά τη δουλειά και δεν θα μπορούσαν εύκολα να "πουλήσουν" κάτι παραπάνω από την αντικειμενική αξία τους. Όλοι, όταν βλέπουν έναν άνθρωπο με μια οικονομική επιφάνεια, θέλουν να κερδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερα από αυτόν.
Πολλούς ανθρώπους λοιπόν που δεν δεχόντουσαν να συναντηθούν μαζί μου, δεν τους είδε –προς τιμήν του– ούτε ο ίδιος. Βέβαια, οι ίδιοι άνθρωποι μετά από λίγα χρόνια συνεργάστηκαν μαζί μας και δεν είχα κανένα απολύτως θέμα. Αλλά η αμφισβήτηση ξεκίνησε από την πρώτη μέρα.
Τι λάθη έχεις κάνει αυτή τη δεκαετία;
Έχω πιστέψει τραγούδια που ήμουν σίγουρος ότι θα έκαναν τεράστια επιτυχία και τελικά δεν ακούστηκαν ποτέ. Έχω πιστέψει σε καλλιτέχνες που τελικά δεν κατάφεραν να κερδίσουν τον κόσμο.
Τι κάνεις τότε; Τους κρατάς;
Στεναχωριέμαι όταν κάτι δεν βγαίνει. Σχεδόν πάντα τους κρατάω στην εταιρεία, δίνω σίγουρα κι άλλες ευκαιρίες. Δυστυχώς, όμως, όταν κάτι γίνεται βαρίδι στο "αερόστατο" που θέλει να σηκωθεί, πρέπει να το αποκόψεις. Δεν μπορείς να απασχολείς ανθρώπους με κάτι που απλώς δεν προκύπτει. Συνήθως βέβαια δεν προκύπτει κάτι όταν απλώς ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν ασχολείται. Αν επενδύσεις στη δουλειά σου και στους στόχους σου σίγουρα θα σου επιστραφεί!
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις από την εγχώρια και διεθνή showbiz στο yupiii.gr