
Τα παιδιά μεγάλωσαν και είχαν πολύ θυμό μέσα τους. Λίγο που η μάνα κρατούσε κλειστή με το έτσι θέλω την τηλεόραση και δεν έβλεπαν τα «παιδικά» παρά μόνο σε ξένα σπίτια, λίγο που το gin & tonic στο Κολωνάκι είχε φτάσει τα 15 ευρώ και δεν μπορούσαν να μεθύσουν μέχρι λιποθυμίας, πήραν τα Καλάζνικοφ και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.
Αν υπήρχε η δυνατότητα για σχόλια κάτω από αυτό το κείμενο, ξέρω πως θα ήταν αρκετοί όσοι θα μου καταλόγιζαν υπεραπλούστευση, κοινωνικό ρατσισμό, συντηρητικά μυαλά. Θα με έλεγαν «κότα», εχθρό της επανάστασης ενάντια στη βία του κατεστημένου, τραμπούκο του lifestyle, βολεμένο κηφήνα του συστήματος και άλλα πολλά που έχω μάθει πια απέξω ύστερα από τόσες δεκαετίες που μιλούσαμε μεταξύ μας με συνθήματα.
Δεν έχω πρόθεση να κρίνω έτσι εύκολα τα κίνητρα του οποιοδήποτε. Θέλω μόνο να ρωτήσω: Εμένα που την προηγούμενη βδομάδα δεν δημοσίευσα κανένα μανιφέστο, αλλά έγραψα για την Ελένη Μενεγάκη και την Κωνσταντίνα Σπυροπούλου, θα μου αναγνωρίζατε αύριο το ελαφρυντικό της οργής; Εγώ που δυο φορές το χρόνο παρακολουθώ τις πασαρέλες σε Μιλάνο και Παρίσι, πόσους ανθρώπους έχω το δικαίωμα να σκοτώσω με άλλοθι την άδικη κοινωνία; Αν αυτά τα παιδιά δικαιολογούν το προφίλ του κοινωνικού αγωνιστή, τότε γιατί κι εγώ κι εσύ, μη σου πω και η Μενεγάκη, να μην έχουμε το ηθικό δικαίωμα στην τρομοκρατία; Ποια η διαφορά μας;
Θέλω να πω, τόσα χρόνια, φλώροι, σαχλοκοσμικοί και τρομοκράτες τρώγαμε δίπλα δίπλα στο ίδιο Ekali Club. Τα μαγουλά μας αναψοκοκκινισμένα από το ίδιο ακριβό κρασί –εγώ το πλήρωνα με δανεικά κι εκείνοι με τα λεφτά του μπαμπά τους. Η κοιλιά μας πρησμένη - εμένα από κατακράτηση υγρών κι εκείνων από τις ατελείωτες ώρες με μπύρες και μπάφους μπροστά στο playstation. Ένα ρωμαϊκό πάρτι ήταν η Ελλάδα επί χρόνια, περάσαμε καλά, πάει και τελείωσε η φιέστα. Όταν, όμως, σηκωθήκαμε από το τραπέζι με τα αποφάγια, κάποιοι είχαμε πάρει μόνο τα παραπανίσια κιλά του Καλιγούλα, ενώ άλλοι κράτησαν για τον εαυτό τους τη δόξα του Νέρωνα. Αυτό, λοιπόν, το λες άδικο…
ΣΕ ΑΛΛΑ ΝΕΑ:
Ο Γιώργος Λούκος, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών, που ναι μεν μοίρασε (από οίκτο;) παραστάσεις και σε κάτι ατάλαντους (χορο)θεατρικούς πρωταγωνιστές της μίζερης underground καλλιτεχνικής κοινότητας της Αθήνας, αλλά δεν φοβήθηκε το μοντέρνο (όπως την αγαπημένη μου σκηνοθέτιδα Λένα Κιτσοπούλου) και επίσης έφερε πολλά σπουδαία και μοντέρνα και πρωτοειδωμένα πράγματα στη χώρα, παραμένει τελικά στη θέση του προς ανακούφιση όλων μας. Γιατί πραγματικά δεν θα άντεχα καλλιτεχνικό διευθυντή κάποιον που θεωρεί ότι Τέχνη είναι μόνο δέκα συγχρονισμένες μπαλαρίνες και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ο Δημήτρης Τσακούμης στο twitter και το instagram:
Διάβασε ακόμη:
«Ελληνική Τηλεόραση: Δέκα Ένοχες Απολαύσεις» από την Κάλλια Καστάνη
«Δεν Υπάρχει Ο Άγιος Βαλεντίνος» από τη Βάσω Παπαγιαννακοπούλου
«Βίκυ Σταμάτη: Κι Όμως Χωρίζει!» από τον Διονύση Θανάσουλα
«Το Κύπελλο Του Διαμαντίδη» από τον Νίκο Καλαμπάκα
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις από την εγχώρια και διεθνή showbiz στο yupiii.gr