Follow us

Διάσημοι Έλληνες: Θυμούνται το καλύτερο καλοκαίρι της ζωής τους (Part II)

Η Νάντια Μπουλέ, ο  Άκης Πετρετζίκης, η  Κατερίνα Στανίση, η Έλενα Παπαβασιλείου και ο Γιώργης Λαμπαθάκης μίλησαν στον Αλέξανδρο Πρίφτη και στο Down Town Κύπρου για το ομορφότερο καλοκαίρι της ζωής τους και ξεχώρισαν τις πιο ευχάριστες αναμνήσεις τους.

Yupiii
ΓΡΑΦΕΙ: YUPIII
Νάντια Μπουλέ - Άκης Πετρετζικης ένωση

Άκης Πετρετζίκης

Είμαι από τους ανθρώπους που δουλεύουν σχεδόν 7 ημέρες την εβδομάδα, οπότε για μένα οι διακοπές δεν είναι απλά πολυτέλεια, αλλά κάτι πολύ σημαντικό πλέον, γιατί θέλω να ξεκουράζομαι και να αποφορτίζομαι. Γι’ αυτό κι εγώ θα σας μιλήσω για το περσινό μου καλοκαίρι, που όχι μόνο ξεκουράστηκα, αλλά κατά κάποιον τρόπο συνδύασα δουλειά και διακοπές. Τις καλύτερές μου διακοπές! Πήγα με τους φίλους μου στην Ισπανία. Συγκεκριμένα πετάξαμε από Αθήνα στη Βαρκελώνη και από εκεί πήραμε το τρένο και πήγαμε στο San Sebastian. Είναι μία πολύ μικρή, γραφική περιοχή, με ωραίες θάλασσες, ωραίους ανθρώπους. Super! Εκείνη την περίοδο δε, διεξαγόταν ένα φεστιβάλ γαστρονομίας, οπότε είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε πολλές γεύσεις, παραδοσιακές τους και μη, γνωστά και άγνωστα φαγητά. Ήταν 8 υπέροχες ημέρες! Ήλιος, παραλία, φαγητό, διασκέδαση, το βράδυ έξω συνέχεια. Το San Sebastian είναι μία πολύ μικρή περιοχή, οπότε δεν χρειάζεσαι μεταφορικό μέσο. Πας παντού και όπου θέλεις με τα πόδια. Κι εμείς αυτό κάναμε. Εδώ θέλω να συμπληρώσω, ότι οι τιμές τους είναι πολύ χαμηλές -καμία σχέση με τα ελληνικά νησιά. Μπορεί και να είναι μέχρι και μείον 50%. Φαντάσου ότι σε ένα ξενοδοχείο 5 αστέρων, ένα δίκλινο δωμάτιο έχει μόνο 150 ευρώ. Είναι πολύ καθαροί, φιλόξενοι, γενικά πολύ ωραίος λαός. Εννοείται ότι θα ξαναπάω όσο πιο σύντομα μπορώ. Ήταν υπέροχες εκείνες οι ημέρες και θέλω να το ξαναζήσω!

Νάντια Μπουλέ

Το καλοκαίρι που ξεχωρίζω δεν είναι μόνο ένα, είναι αρκετά. Ωστόσο, εκείνο που μου έρχεται πρώτο απ’ όλα στο μυαλό είναι εκείνο που ήμουν 7-8 χρόνων. Θυμάμαι οι γονείς μου με είχαν αφήσει να κάνω διακοπές στο χωριό της γιαγιάς μου, στην Κεφαλονιά. Κάθε μέρα, λοιπόν, περνούσε η κυρία που πουλούσε το ψωμί πόρτα-πόρτα. Πρέπει να ήταν γύρω στις 7 το πρωί, όταν η γιαγιά μας φώναζε “παιδιά, τρέξτε, έρχεται η ψωμού!”. Κι από τότε την φωνάζαμε όλοι “η ψωμού!”. Το πρωινό ήταν η τελετουργία μας: αρπάζαμε το καυτό ψωμί, που μας τσουρούφλιζε τις παλάμες και το τρώγαμε με μέλι και μαρμελάδα. Μετά πηγαίναμε στη θάλασσα, όλη την ημέρα σε πλατείες και αλάνες…Επίσης, είχαμε και ένα άλλο τελετουργικό: το μπάνιο. Όταν επιστρέφαμε από τη θάλασσα, η γιαγιά μου μας έβγαζε στην αυλή λεκάνες με νερό για να πλυθούμε, τις οποίες τις άφηνε στον ήλιο για να ζεσταθούν λίγο. Αλλά επειδή ήμασταν πολλά ξαδέρφια, τρέχαμε πάντα για να πιάσουμε ή την πρώτη θέση ή την τελευταία. Ο πρώτος είχε τη χαρά της πρωτιάς, αλλά και της διαχείρισης του νερού και ο τελευταίος είχε την ευχαρίστηση να κάνει μπάνιο και μετά οι υπόλοιποι τον μπουγέλωναν με το υπόλοιπο νερό. Κάθε μέρα τρέχαμε να προλάβουμε την σειρά.

Επίσης, άλλο ένα ωραίο καλοκαίρι, αλλά περιπετειώδες, ήταν εκείνο πριν από μερικά χρόνια όταν πήγα με τον αδελφό μου, τον Αποστόλη, να κάνουμε κάμπινγκ στην Σκιάθο. Ευτυχώς, ήταν οργανωμένο και υποτίθεται θα ήμασταν άνετοι. Έλα όμως που όταν φτάσαμε και στήσαμε τις σκηνές, έπιασε μία καταρρακτώδης βροχή και έγινε χαμός. Η σκηνή άρχισε να μπάζει νερά, να βρέχονται τα πράγματα, οι λάσπες να τρέχουν…Θυμάμαι ότι ήμασταν με ένα βετέξ στο χέρι, σε κάθε γωνία στης σκηνής, για να σταματήσουμε το νερό. Μόλις σταμάτησε η βροχή, έβγαλα και τραγούδι, που δεν το θυμάμαι ακριβώς, αλλά σε ένα σημείο έλεγε: “τι κι αν βρέχει, εγώ έχω και βετέξ!”. Κάπως έτσι. Αυτό ήταν επίσης ένα πολύ όμορφό μου καλοκαίρι!

Έλενα Παπαβασιλείου

Το ωραιότερό μου καλοκαίρι ήταν μακράν εκείνο που το πέρασα στα Χανιά με τις κολλητές μου. Δεν ήταν πρόσφατα, ήταν όταν ήμουν γύρω στα 20 ή 21. Πρώτη φορά πηγαίναμε κοριτσοπαρέα. Μόνες μας, ανεξάρτητες, ελεύθερες! Και, ξέρεις, αυτό έχει και πολλούς κινδύνους, όμως δεν καταλαβαίναμε από τέτοια. Εμείς πηγαίναμε να διασκεδάσουμε και τελικά ταράξαμε όλα τα Χανιά! Θυμάμαι ότι μέναμε όλες μαζί, ξυπνούσαμε πρωί, όλη την ημέρα ήμασταν για μπάνιο στην περιοχή της Αγίας Μαρίνας. Επίσης, κάθε τόσο, περνούσαμε απέναντι στο Ελαφονήσι. Ένα πολύ γραφικό νησάκι, μικρό, με κρυστάλλινα νερά. Το μεσημέρι τρέχαμε σε ψαροταβέρνες και το βράδυ πηγαίναμε σε ένα μπαράκι που το έλεγαν τότε “Ήλιος και θάλασσα”. Εμείς, λοιπόν, το κάναμε “Σκόνη και θρύψαλα!”. Κάναμε κραιπάλες. Πολύ ποτό, πολύς χορός, φλερτ με αγόρια -γιατί καταλαβαίνεις τι γίνεται όταν βλέπουν μία μεγάλη κοριτσοπαρέα, χωρίς κανέναν άντρα- και γενικά ανέμελες στιγμές. Να, αυτό μου έχει λείψει από τότε: η ανεμελιά. Τότε ένιωθα απόλυτα ελεύθερη και το καλοκαίρι λες και συνωμοτούσε για να αφεθούμε όλο και πιο πολύ. Ήταν η ωραιότερη περίοδος της ζωής μου. Ελπίζω, όμως, ότι το ωραιότερό μου καλοκαίρι δεν το έχω ζήσει ακόμη και θα έρθει σύντομα.

Κατερίνα Στανίση

Θα σας μιλήσω για το ωραιότερό μου καλοκαίρι, το οποίο είναι χαραγμένο βαθιά μέσα στην ψυχή μου για πολλούς λόγους. Πάνε πάνω από 20 χρόνια όταν αποφάσισα να κάνω για πρώτη φορά διακοπές, σαν άνθρωπος, αφού η φύση της δουλειάς μας είναι τέτοια που δεν μας επιτρέπει τίποτα. Θυμάμαι, είχα πάρει το τότε αγόρι μου, τον αγαπημένο μου, που τον λάτρευα πολύ -γιατί εγώ έζησα μοιραίους έρωτες- και πήγαμε στην Σύρο. Πρώτη φορά θα έκανα διακοπές σαν απλός άνθρωπος και, θυμάμαι, αυτό του ζητούσα: «πάμε, ρε παιδί μου, κάπου να δω πώς ξεκουράζεται ο κόσμος!». Και πήγαμε! Ε, λοιπόν, όλη την ημέρα έκανα σαν μωρό παιδί. Έπαιζα στην άμμο, έβρισκα παρέες και παίζαμε volley στη θάλασσα, όποιος με αναγνώριζε και μου μιλούσε τον έκανα φίλο μου και τρώγαμε μαζί. Έκανα σαν μικρό παιδί. Είχα τεράστια ανάγκη από ξεκούραση και απλότητα. Πού θα πήγαινα διακοπές; Σε καμιά Χαβάη να τρώω χαβιάρι; Σιχαίνομαι! Έμεινα εδώ, στην ωραιότερη χώρα του κόσμου και με τους καλύτερους ανθρώπους. Καταρχήν, όλοι το πρωί με καλημέριζαν, μου έλεγαν τα νέα τους, γινόμασταν μία μεγάλη παρέα. Όποτε με έβλεπαν έξω, σε καμιά βραδινή βόλτα με τον σύντροφό μου, μού χάριζαν δωράκια από τουριστικά καταστήματα, μου αγόραζαν ψάρια, γούρια, φυλαχτά. Έχω πάρει υπερβολική αγάπη από το κοινό και τους είμαι αιώνια ευγνώμων γι’ αυτό. Εκείνο το καλοκαίρι, όμως, στην Σύρο, δε θα το ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου!

Γιώργης Λαμπαθάκης

Ήμουν 28 ετών και έχοντας ολοκληρώσει σπουδές και αλητείες, έφτασε η ώρα πια να σοβαρευτώ λίγο και να καταταγώ, Μάιο μήνα, στο ναυτικό, που με περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Γεμάτος ανασφάλειες στο περιβάλλον του Σκαραμαγκά, που ήταν τόσο οικείο όσο να με πετούσαν στην επιφάνεια του πλανήτη Άρη, δεν είχα τη “σιγουριά” που είχαν άλλοι φαντάροι για το πού θα βρεθώ να υπηρετήσω. Είχα μια και μόνο επιθυμία, να μ’ έστελναν στο νησί που μεγάλωσα τα παιδικά μου καλοκαίρια, στη Σκύρο. Με τρελή ανακούφιση διάβασα στις λίστες των μεταθέσεων ότι εκεί θα με πετούσαν τελικά. Όχι τόσο γιατί η θεά τύχη μου χαμογελούσε, όσο γιατί κοβόταν το χαμόγελο σε όλα τα ναυτάκια μόλις άκουγαν για αυτόν τον ψιλοάγνωστο, αντιτουριστικό προορισμό που όλοι απέφευγαν. Βρίσκομαι, λοιπόν,ψαρωμένος στα ραντάρ του ναυτικού, σε μια βουνοκορφή, παρέα με άλλους τέσσερις αγνώστους που θα μέναμε μαζί για ένα χρόνο. Για να κερδίσω τη συμπάθεια των υπολοίπων, που κοιτούσαν το νεοφερμένο με μισό μάτι, έκανα το μόνο που ήξερα καλά πέρα από την άχρηστη για την περίσταση αρχιτεκτονική: ανέλαβα καθήκοντα μάγειρα. Μέρα με τη μέρα, μετά από φιλότιμα κεφτεδάκια, μακαρονάδες, ευφάνταστα ρεβίθια σούπα και λαδερά, μάλλον με αποδέχτηκε το νέο μου περιβάλλον. Σε βαθμό που άρχισαν να μου στέλνουν πεσκέσια, δωράκια μαγειρεμένα από τα χέρια των κλασικά ανήσυχων μανάδων των φαντάρων, που έβλεπαν τους κανακάρηδές τους να τρώνε με όρεξη μέχρι και το, μέχρι πρότινος απαξιωμένο στο σπίτι τους, σπανακόρυζο.Σύντομα, άρχισε να μου αρέσει η ζωή με την παρέα, τις πλάκες, τις εντάσεις που και που, τις βάρδιες και φυσικά τις γνώριμες εικόνες και μυρωδιές του τόπου που ήξερα από μικρός. Το σκηνικό έγινε αριστούργημα όταν μετά από κάμποσο καιρό -που πλέον είχα «παλιώσει»- είχα την πολυτέλεια να βγαίνω στον ελεύθερο μου χρόνο και να αλωνίζω στο νησί. Έχοντας και συνένοχο τον καιρό, που εκείνη τη χρονιά ξέχασε να φέρει χειμώνα, ο φύσει κρυουλιάρης ναύτης Λαμπαθάκης, πέρασε ένα παρατεταμένο καλοκαίρι, Κι ήταν το καλύτερο δωδεκάμηνο που θα μπορούσα να φανταστώ ποτέ!

Δες ακόμα...

Διάσημοι Έλληνες: Θυμούνται το καλύτερο καλοκαίρι της ζωής τους (Part I)

Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις

Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις από την εγχώρια και διεθνή showbiz στο yupiii.gr

Διαβάστε Ακόμα